1997-09-28

Ο μποέμ αντάρτης (Γιάννης Πονήρης)

Καλοκαίρι 1974. Μόλις είχε πέσει η δικτατορία και είχαν επιστρέψει όλοι καταδιωκόμενοι αριστεροί στην γενέτειρα τους. Γνωρίζαμε πως τρεις-τέσσερις δεν ήθελαν για διάφορους λόγους να γυρίσουν. Ένας όμως, ο πιο ψηλά ιστάμενος Λεχαινίτης στην ιεραρχία του ΕΑΜ, ο καπετάνιος στην περίφημη μάχη στο Πούσι, ο εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ στην συμμαχική αποστολή μετά την κατάληψη της Πάτρας, ο Γιάννης Πονήρης είχε εξαφανιστεί. Διάφορες φήμες τον έφερναν στην Ιταλία, άλλες στην Λατινική Αμερική κι άλλες πεθαμένο.


Κυριακή πρωί μαζί με το καφεδάκι στην πλατεία με τις κουκουναριές διαβάζω ανοιχτά την Αυγή. Παρά την πτώση της δικτατορίας θεωρείτο τότε προκλητική πράξη η δημόσια ανάγνωση της Αυγής και του Ριζοσπάστη.

«Τι λέει το όργανο γερό μου;» Σήκωσα το κεφάλι μου• κατάλαβα πως χρησιμοποιώντας την λέξη «όργανο» που Έβαζε η Αυγή στο λογότυπο της έδινε ένα σήμα αναγνώρισης. Είδα ένα καλοστεκούμενο τύπο, με επιμελημένο ντύσιμο, με ανοιχτό πρόσωπο και γελαστά μάτια. Πήρε μόνος του την καρέκλα και κάθισε.

«Ο Μάκης είσαι έ; Εγώ είμαι ο Γιάννης ο Πονήρης. Να με λες γέρο». Νάτος λοιπόν μπροστά μου ο αντάρτης-μύθος, ο καπετάν Ξάνθος. Διαφορετικός από όσα είχε σχηματίσει η φαντασία μου. Τον περίμενα τεράστιο, με άγρια μουστάκια, με χαρακωμένο από τις κακουχίες και βλοσυρό πρόσωπο, με βροντώδη φωνή. Παρά τις ιδεολογικές μας διαφορές, που πάντα όμως συζητιόταν-εξαιτίας του φυσικά- σε ήρεμο κλίμα και με διαλεκτικό τρόπο, γίναμε φίλοι. Απέφευγε επιμελώς να μιλάει για τον εαυτό. του μόνο όταν σχολίασε ορισμένα γεγονότα καταλάβαινες πως είχε πρωταγωνιστήσει ο ίδιος σε αυτά.

Καπετάνιος του ΕΛΑΣ έχοντας σαν πολιτικό επίτροπο τον αχώριστο μέχρι το θάνατο του φίλου του Γιάννη Γαλανόπουλο (Ανέστη), πρωταγωνίστησε στο αντάρτικο του Μοριά. Τον έπιασαν πριν ανέβει για δεύτερη φορά στο βουνό και αφού τον βασάνισαν για μήνες τον έκλεισαν φυλακή κάμποσα χρόνια. Μετά αφού δούλεψε σαν λογιστής άνοιξε ένα μικρό εκδοτικό οίκο. Είχε αποχωρήσει από το ΚΚΕ διαφωνώντας με την ηγεσία του, θεωρώντας τον δημοκρατικό συγκεντρωτισμό σαν γενεσιουργό αιτία της κακοδαιμονίας του. Πήγε στην Ιταλία «με το δικό μου μηχανισμό», όπως έλεγε. Πρόσφατα μάθαμε πως έφυγε με πλαστό διαβατήριο που έφτιαξε ένας άλλος Λεχαινίτης- πατέρας ενός γνωστού ηθοποιού-που είχε κάποια οικογενειακή παράδοση παραχάραξης και κιβδηλοποιίας.

Μαζί με τον Γιάννη Γαλανόπουλο «καπετάν Ανέστη», τον Αντρέα Κωστανταραρόπουλο (Μπαταριά) και το Νίκο Μάμαλη, πρόεδρο της ομοσπονδίας Ελλήνων φοιτητών στην Ιταλία, έφτιαξαν μία αντιστασιακή ομάδα την «Ανεξάρτητη Αριστερά», βγάζοντας και την εφημερίδα «Επίθεση». Βρίσκονταν στα αριστερά των κομμουνιστικών κομμάτων και είχαν προσανατολισμό τις δυναμικές ενέργειες, όπως αυτή που έκανε η ομάδα τους ανατινάζοντας τους πυλώνες της Δ.Ε.Η. στον Ασπρόπυργο.

Αν τέλειωνε εδώ η παρουσίαση του «γέρου» η εικόνα που θα σχηματιζόταν θα ήταν ένας ενός κλασικού αγωνιστή της αριστεράς. Όμως ο Γιάννης ήταν διαφορετικός. Ήταν ένας μποέμ της Αριστεράς. Με λογοτεχνικό υπόβαθρο, άνετος χρήστης ξένων γλωσσών, ντυμένος κομψά, όχι όμως ακριβά, μπορούσε με άνεση κοσμοπολίτη να γίνει το ίδιο αποδεκτός στις γιάφκες και στα σαλόνια.

Μια φορά μια έντονα κομψοντυμένη Ιταλίδα κοντέσα, στενή σύνοδος του την εποχή εκείνη αναστάτωσε το γνωστό «καφέ γκρεκ» της Ρώμης κραυγάζοντας «πόρκο κομμουνίστα» κι αυτός θέλοντας να κερδίσει τις τελευταίες εντυπώσεις είσαι απάντησε μειλίχια «πουτάνα μοναρχίστα»!

Το 1973 βρέθηκε στην Αντίκουα μαζί με το σύντροφό του Νίκο Μάμαλη. Εκεί, βλέποντας τον να προπαγανδίζει στους ιθαγενείς τις απελευθερωτικές του ιδέες τον ερωτεύτηκε η κόρη του φύλαρχου. Ο Γιάννης ερωτευμένος κι αυτός, γνωρίζοντας πως απέτυχαν οι διάφοροι δοκιμασμένοι δρόμοι, σκέφτηκε να εφαρμόσει τον «Λεχαινίτικο δρόμο προς τον σοσιαλισμό» με τη βοήθεια της αρχοντόπουλας. Ο έρωτας τους και οι συνωμοτικές προεκτάσεις του όμως αποκαλύφθηκαν και ο Γιάννης χάρις στις παρακλήσεις της κοπελιάς δεν κλείστηκε στη φυλακή, απλώς απελάθηκε. Δεν του έπεσε όμως πολύ βαριά γιατί την ίδια ακριβώς εποχή έπεσε ή δικτατορία και έπρεπε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Ο Νίκος χαρούμενος έτρεξε να αναγγείλει το ευχάριστα νέα στον Γιάννη. Αυτός όμως θέλοντας να μη διαταράξει τη μεσημεριανή του σιέστα είπε «τράβα κοιμήσου και τα λέμε αργότερα»…

Στο Λονδίνο, που βρισκόμουν ένα φεγγάρι, εμφανίστηκε ξαφνικά- σαν σύνοδος αρρώστου μιας και ήξερε τη γλώσσα- και μας γέμισε χαρούμενα με τις θεωρίες του και τις ατάκες του. Δεν ήταν εύκολο να τον αποχωριστείς άμα τον γνώριζες. Ακόμα και ο τότε πρωθυπουργός του Καναδά Πιέρ Τριντώ, που είχε πάει για το μήνα του μέλιτος στην Αντίκουα, τον προσκάλεσε να το φιλοξενήσει στον Καναδά.

Ο Γιάννης ανακάλυψε πως είχε ταλέντο στην ζωγραφική. Άρχισε μανιωδώς τα μαθήματα στη Ρώμη και στην Αντίκουα, συμπληρώνοντας τον λειψό χρόνο του με μία ακόμη δημιουργία και έμπνευση.

Ό, τι απόμεινε από την περιουσία της αστικής οικογένειας του την άφησε στο Δήμο Λεχαινών και στην Πολιτιστική Ένωση, της οποίας ήταν κι αυτός μέλος.

Ο δανδής αντάρτης έφυγε προχθές ζωγραφίζοντας… Στη φωτογραφία (1984) ο Γιάννης Πονήρης στο σημείο που έγινε η περίφημη μάχη στο Πούσι

Από την επιφυλλίδα «Εποχικά» του Μ. Μπαλαούρα στην «Εποχή»

1997-06-08

Το νομοσχέδιο για την ανεξαρτησία της Τράπεζας Ελλάδος - Η ασυδοσία των κεντρικών τραπεζών

Του Μάκη Μπαλαούρα

Μετά από μια μακρά κυοφορία που άρχισε με την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και συνεχίστηκε με αυτές του ΠΑΣΟΚ, κατατέθηκε προς ψήφιση το νομοσχέδιο για την ανεξαρτησία της Τράπεζας Ελλάδος.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (ΣτΜ) το αργότερο μέχρι τα μέσα του 1998 και αφού πρώτα αποφασιστεί η δημιουργία της ΟΝΕ, με τα κράτη που συγκεντρώνουν τα κριτήρια της συνθήκης, θα συσταθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και θα δημιουργηθεί το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) που θα αποτελείται από την ΕΚΤ και τις Κεντρικές Τράπεζες των κρατών μελών της Ένωσης.


Σύμφωνα με το άρθρο 107 της ΣτΜ «Η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες δεν επιζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από τα όργανα της κοινότητας ούτε τις κυβερνήσεις των κρατών μελών. Οι κυβερνήσεις και τα όργανα της κοινότητας δεν επιδιώκουν να επηρεάζουν τα όργανα της ΕΚΤ και των εθνικών κεντρικών τραπεζών».

Στο άρθρο 105 δηλώνεται πως «ο πρωταρχικός στόχος του ΕΣΚΤ είναι η διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών».

Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε από την κυβέρνηση στη Βουλή εναρμονίζει το εθνικό δίκιο και το καταστατικό της Τράπεζας Ελλάδος με τις παραπάνω διατάξεις της ΣτΜ.

Η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) και κατ’ επέκταση οι εθνικές κεντρικές τράπεζες γίνονται, επιτέλους, ανεξάρτητες όπως η Μπούντεσμπανκ, διατυμπάνισε η κυβέρνηση και η συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;

Η Κεντρική Τράπεζα δε μπορεί να είναι κομματικό όργανο, όχι όμως ασύδοτη

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Τράπεζα της Ελλάδος, η Κεντρική Τράπεζα της χώρας (και όχι βέβαια μόνο αυτή αλλά κυρίως αυτή) δεν πρέπει να αποτελεί όργανο εξυπηρέτησης στενών κομματικών επιδιώξεων της εκάστοτε κυβέρνησης. Η μακρά ιστορική πορεία της μας έχει δείξει που δεν υπήρξε κομματικό όργανο, διαθέτοντας αυξημένο κύρος που της επέτρεπε να ακούγεται από τους οικονομικούς φορείς και να μην εμπλέκεται στις μυλόπετρες του κομματικού ανταγωνισμού. Αύτη η κατάσταση έπρεπε να θεσμοθετηθεί και τυπικά, ανεξάρτητα από διεθνείς συνθήκες. Όμως η Συνθήκη του Μάαστριχτ και φυσικά το κατατεθειμένο νομοσχέδιο, ξεπερνούν κατά πολύ την ανάγκη αυτή.

Στα κριτήρια σύγκλισης προς την ΟΝΕ δεν αναφέρεται η πλήρης απασχόληση και το κοινωνικό κράτος

Όπως είναι, πια εμφανές στην Συνθήκη του Μάαστριχτ αποτυπώνεται η κυριαρχούσα νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και απ’ αυτήν εκπορεύονται συντηρητικές πολιτικές. Πολλοί πια τώρα, παραδέχονται με σκεπτικισμό πως στα κριτήρια σύγκλισης προς την ΟΝΕ αναφέρονται μόνο τα δημόσια ελλείμματα, το χρέος και ο πληθωρισμός. Δεν υπάρχει λέξη, ούτε καν σαν έκφραση ευχής στο θέμα της πλήρους απασχόλησης και του κοινωνικού κράτους. Πάνω σε αυτό το μότο δημιουργείται η ΕΚΤ και το ΕΣΚΤ.

Οι κεντρικές τράπεζες ανεξέλεγκτες, οι κυβερνήσεις σε επιτροπεία

Οι κεντρικές τράπεζες γίνονται όχι μόνο ανεξάρτητες από τις βραχυπρόθεσμες και συγκυριακές πολιτικές, αλλά αυτόνομες και ασύδοτες. Με τη δημιουργία ενός μη εκλεγμένου τεχνοκρατικού οργάνου που θα έχει την κεντρική του διοίκηση και τις επιμέρους διοικήσεις των εθνικών κεντρικών τραπεζών, εν είδει υποκαταστημάτων, θα αποφασίζονται και θα υλοποιούνται ανεξέλεγκτα πολιτικές, που δεν επηρεάζονται ούτε από τις εκλεγμένες κυβερνήσεις ούτε από τα εθνικά κοινοβούλια ούτε από το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Οι κυβερνήσεις μπαίνουν κάτω από ένα καθεστώς επιτροπείας στις οικονομικές πολιτικές και στους κοινωνικούς τους στόχους. Σε κάθε περίπτωση δηλαδή η ΕΚΤ και οι κεντρικές τράπεζες με όπλο την νομισματική πολιτική -που τους εκχωρείται πλήρως και αποκλειστικά- θα υλοποιούν τις περιοριστικές τους πολιτικές χωρίς να ευαισθητοποιούνται για την ανεργία και τις κοινωνικές ανάγκες που υπάρχουν και δημιουργούνται. Η μόνη υποχρέωσή τους είναι να ενημερώνει τις αρμόδιες επιτροπές της Βουλής για τις νομισματικές τους αποφάσεις!!!

Στις ΗΠΑ, που πάρα πολλοί φέρνουν συνεχώς ως λαμπρό παράδειγμα, οι επιμέρους πολιτείες δεν υποχρεούνται να τηρούν ένα (περιορισμένο) όριο στο δημόσιο έλλειμμα τους. Η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ (FED) συνεργάζεται στενά με την κυβέρνηση, η οποία κυβέρνηση έχει τον αποφασιστικό λόγο στην διαμόρφωση της νομισματικής και πιστωτικής πολιτικής. Είναι μήπως λιγότερο ανεξάρτητο το FED;

Η κυβέρνηση Σημίτη υπερακοντίζει το Μάαστριχτ

Παρά τα παραπάνω σοβαρά ζητήματα πολιτικής, η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με το υπό ψήφιση νομοσχέδιο υπερακοντίζει τις υποχρεώσεις της χώρας μας από την συνθήκη του Μάαστριχτ, παρά τη διεθνή εμπειρία μ’ αντίστοιχους νόμους, όπως στη Γαλλία, που ήταν πιο περιοριστικός ο νόμος που ψηφίστηκε. Έτσι στο πανίσχυρο νομισματικό συμβούλιο την πλειοψηφία θα την έχει η Διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος και όχι η κυβέρνηση με τα άτομα που θα διορίζει, χωρίς έγκριση καν από τη Βουλή!

Στην επικείμενη συζήτηση στη Βουλή έχει ενδιαφέρον να τροποποιηθούν τα παραπάνω επαχθέστερα άρθρα του νομοσχεδίου. Όμως στην προκειμένη περίπτωση οι δυνάμεις της Αριστεράς -μέσα και έξω από τη Βουλή- δεν πρέπει να συνεργήσουν σε μία ακόμα ιδεολογική και πολιτική εκχώρηση και υποχώρηση, στη λογική πως «αφού την επιβάλλει η συνθήκη του Μάαστριχτ τι να κάνουμε;». Μ΄ αφορμή τη σοβαρότατη αυτή εκχώρηση της πολιτικής και της οικονομίας σε μια «τεχνοκρατική» διακυβέρνηση που δεν θα δίνει πουθενά λογαριασμό για τις πολιτικές της, πρέπει να αναδειχθούν και να καταδειχτούν οι συνέπειες της δημιουργίας του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών.

Τίποτα δε πάει χαμένο, πολύ περισσότερο που πρόκειται για άκρως πολιτικό και ιδεολογικό ζήτημα σε μία εποχή ανεργίας και φτώχειας.
 

Πηγή: Η Εποχή 8/6/1997

1997-04-20

ΣΑΝΤΕ σκέτο*

Με γερμένο το δεξί ώμο και με κοφτό βήμα, μαγκιά περασμένων εποχών, στρογγυλοκάθησε, βγάζοντας από την τσέπη του ένα κόκκινο πακέτο τσιγάρα ΣΑΝΤΕ άφιλτρο. - «Τα ξέρεις αυτά;» μου είπε. - Ναι, φυσικά, ακόμα αυτά καπνίζεις; - «Άλλο σ’ ρώτησα. Θυμάσαι που στα έστειλα όταν σ’ έπιασαν»; Ένας στρόβιλος μνήμης με πλημμύρισε. «Τι τσιγάρα καπνίζεις;» με ρώτησε ο φρουρός. - «Βασικά Άσσο σκέτο, αλλά καμιά φορά και ΣΑΝΤΕ» είπα ψέματα, έτσι αυθόρμητα. - «Πάρτα, σ’ τα έστειλε η αδελφή σου» μου είπε. Ήταν το σήμα, πως οι άλλοι είναι καλά και είναι κοντά μου... Ο καπνιστής των ΣΑΝΤΕ ήλθε από το χωριό του να σπουδάσει. Φυσικά τον περίμενε ο Βλάσης ο ασφαλίτης. «Άκου φίλε, η οικογένεια σου είναι σταμπαρισμένη, εσύ όμως, μαθαίνω, πως είσαι καλό παιδί, γι’ αυτό δε θα σε διώξουμε από τη Σχολή, να έρχεσαι όμως να μου λες τι ακούς, γιατί υπάρχουν εδώ μέσα αρκετοί που δεν βάζουν μυαλό και δημιουργούν προβλήματα»... Τον έβλεπα να με παρατηρεί επίμονα και αυτό άρχιζε να ν’ εκνευρίζει. Στο τέλος με πλησίασε και χωρίς περιστροφές μου είπε. «Στη Φωκίωνος υπάρχει το τάδε μπαρ, έλα να μιλήσουμε». Πήγα από περιέργεια, αν και φοβισμένος. Σκοτάδι, μουσική ανακατεμένη. Μια γυναίκα έντονα βαμμένη και ημίγυμνη με πλησίασε... «Άστον αυτόν, είναι δικός μου» άκουσα μια φωνή. »Άκου να δεις, σ’ έκοψα από τη φάτσα, από το κομπολόι και από τη μαυροφορεμένη που κυκλοφορείς και πιστεύω πως είσαι εντάξει». Μου είπε τι τον βασάνιζε. Ζητούσε βοήθεια... «Γίνε φίλος του» του είπα. Το πρόσωπο του πήρε αλλόκοτο χρώμα - λόγω και του φωτισμού του μπαρ - και σηκώθηκε απειλητικά. Του εξήγησα το απλοϊκό σχέδιο που αυθόρμητα μόλις είχε έλθει στο μυαλό μου.

Να τον χρησιμοποιήσουμε για αποπροσανατολισμό της Ασφάλειας!!! Πράγματι, όταν ήλθε η μεγάλη στιγμή να μοιράσουμε τη «Μελέτη των 12 της ΑΣΟΕΕ» έδωσε λάθος πληροφορίες με συνέπεια το βράδυ εκείνο του Γενάρη του 73 εμείς να μοιράσουμε μ’ άνεση το φυλλάδιο μας στα κατάμεστα αμφιθέατρα, «στρατολογώντας» και άλλους...

Έφαγε, φυσικά, το ξύλο του γι’ αυτό. Μια μέρα στο κήπο του Μουσείου ερχόταν με το ίδιο μάγκικο στυλ του. «Να, ο πράχτορας μας» είπε η Σοφία. Έτσι του έμεινε το παρατσούκλι σαν κύριο όνομα και επώνυμο. Όπως έκανε πάντα, έτσι και σήμερα προπαραμονή της επετείου της δικτατορίας, ήλθε απρόσμενα. Ήταν φτιαγμένος. Πήγε να πει ιστορίες. «Άστα αυτά, ρε Πράχτορα, κάτι διαφορετικό να θυμηθούμε». Έτσι άρχισαν να ξεδιπλώνονται μικρές ιστορίες αυταπάρνησης, συντροφικότητας αλλά και νοστιμιάς!

Ιστορία πρώτη. Ο Μανώλης είχε τότε σοβαρά προβλήματα με την υγεία του και έπαιρνε καθημερινά φάρμακα. Όταν τον έπιασαν, οι φίλοι του ανησύχησαν πολύ. Θα πάρω τηλέφωνο τον Καραπαναγιώτη, είπε κάποιος από μας. Πράγματι. «Κύριε Καραπαναγιώτη, είμαι ο τάδε» (χαρά που θα έκανε ο ασφαλίτης νομίζοντας άλλα πράγματα). »Έχετε συλλάβει τον Μανώλη... ο οποίος όμως έχει σοβαρό πρόβλημα υγείας, παρακαλούμε να τον αφήσετε ελεύθερο, διαφορετικά θα έχετε αποκλειστικά την ευθύνη...». «Τι είναι αυτά που λες ρε κωλόπαιδο;» κραύγασε ο ασφαλίτης. «Κοιτάξτε, μπορώ να έλθω εγώ στη θέση του, το ίδιο είναι...». «Αϊ στο διάβολο καθίκι, θα σε πιάσω, θα σε λιανίσω θα...» κατεβάζοντας όλα τα άγια και ιερά των Ελλήνων χριστιανών.

Ιστορία δεύτερη. Ο Αποστολής στην Ασφάλεια άκουγε στωικά 3-4 ασφαλίτες που προσπαθούσαν να του κλονίσουν την εμπιστοσύνη για τους συντρόφους του. «Ρε, ξέρεις ο δείνα έχει λεφτά, ενώ εσύ είσαι μπατίρης, θα μείνεις στην ψάθα». «Ο τάδε έχει συγγενή πολιτικό, θα τη βολέψει, ενώ εσύ θα σταμπαριστείς και κλάφτα...». Του Αποστόλη το αυτί δεν ίδρωνε, απλά περίμενε να αρχίσουν τη γνω¬στή περιποίηση. Ένας ασφαλίτης από την ίδια περιοχή μ’ αυτόν, γνωρίζοντας την ευαισθησία των ντόπιων για τον ανδρισμό, φύλαγε το τελευταίο φαρμακερό βέλος. «Ρε συ, ξέρεις πως ο έτσι είναι πούστης»; Ο Αποστόλης δεν άντεξε άλλο, παραπήγαινε το πράγμα. «Τι λέτε ρε καριόλες» κραυγάζει και τους ορμά- ει αναποδογυρίζοντας καρέκλες και μετακινώντας γραφεία... Όλη η Ασφάλεια μαζεύτηκε για να τον ακινητοποιήσει...

Ιστορία τρίτη. ΕΑΤ-ΕΣΑ. Μεταφέρουν τον κρατούμενο κτυπημένο και σαστισμένο για ανάκριση. Ο ταγματάρχης απέναντι του δήθεν ανέμελα και με αργές κινήσεις βγάζει από τη θήκη το πιστόλι. Δεν φαίνεται να βιάζεται... Περίεργη ησυχία. Ο κρατούμενος παρατηρεί με την άκρη των ματιών του το γραφείο. Βλέπει διάφορα ντοσιέ και γουρλώνει τα μάτια «αρνάκι Αργεντινής» το ένα, «αρνάκι κατεψυγμένο Ιρλανδίας» το άλλο, αρνί-αρνί-αρνί... Άρχισε να παθαίνει παραισθήσεις. «Τους μπαγάσηδες έφαγαν τα παιδιά (του Πολυτεχνείου) και έβαλαν παραπειστικούς φακέλους με αρνάκια, σκέφτηκε... Στην ΕΣΑ Ν. Φιλαδέλφειας που τον μετέφεραν το μυαλό του ήταν συνεχώς στα αρνάκια.

Μια μέρα έφεραν καινούργιο κρατούμενο. Κάποια, σπάνια στιγμή που απουσιάζουν οι δεσμοφύλακες του φωνάζει. «Φίλε, κουράγιο, είμαστε και εμείς εδώ όλα θα περάσουν». Καμιά απάντηση από το απέναντι κελί. Ξανά η ίδια έκφραση συμπαράστασης· Τότε ο νέος αρχίζει να κτυπά την πόρτα και να φωνάζει δυνατά. «Φρουρέ, φρουρέ»! Τον κρατούμενο που έβλεπε τα αρνιά τον έβγαλαν από το κελί του έξι εσατζήδες και τον περιποιήθηκαν. Τελικά έμαθε. Ο κρατούμενος που τον κάρφωσε, ήταν από την υπόθεση κρεάτων του Μπαλόπουλου. Τα αρνιά ήσαν πραγματικά αρνιά. Η χούντα τότε δεν είχε κανένα λόγο να καλύπτει έτσι τα θύματά της. Ήταν ακόμα ισχυρή...

Τέταρτη ιστορία. ΕΣΑ Ν. Φιλαδέλφειας. Βράδυ Κυριακής ακούγονται φωνές, κραυγές πόνου και κλάματα. «Ωχ και άλλους έφεραν» σκέφτηκαν οι παλιοί. Ξημερώματα πάλι η ίδια σκηνή, έφεραν κάποιον άλλον. Μετά από μερικές μέρες έμαθαν τι είχε συμβεί. Οι δύο πρώτοι υπηρετούσαν στην Ανακτορική Φρουρά και έκλεψαν κριθάρι από τους στάβλους. Το ίδιο βράδυ κάποιος φαντάρος στην πλατεία στα Σούρμενα είδε ένα κάρο και για να κάνει φιγούρα στην παρέα του έκανε ένα γύρο της πλατείας. Τον συνέλαβε η ΕΣΑ.

Τελικά ομολόγησαν ό,τι ήθελαν τα τσακάλια της ΕΣΆ Οι δύο έκλεψαν το κριθάρι για να ταΐζουν το άλογο που έκλεψε ο τρίτος...

Οι δύο φαντάροι της Ανακτορικής Φρουράς ταλαιπωρούντο αφάνταστα. Λόγω της γνωστής «κόντρας» του Σώματος τους με την ΕΣΑ, οι ΕΣΑτζήδες τους ξεφτίλιζαν συνεχώς. Αυτοί, λόγω τη κοινής μοίρας τους με τους πολιτικούς κρατούμενους, έπαιζαν ρόλο πληροφοριοδότη αλλά και σιτιστή σ’ αυτούς! Μια μέρα, παραμονή της Εθνικής Επετείου ακούστηκαν ερπύστριες από τανκς. «Ξανά πραξικόπημα θα έγινε» σκέφτηκαν. Μέσα από τις γρίλιες κοιτούσαν τις κινήσεις ενός τανκς με ανάμικτα συναισθήματα. «Ρε μπας και ο νέος δικτάτορας για να φανεί καλός μάς αφήσει ελεύθερους»; Οδηγίες για τις μανούβρες του τανκς έδιναν οι δύο φαντάροι. Θέλεις από λάθος, θέλεις από ασυνεννοησία, θέλεις για να πάρουν εκδίκηση έδωσαν λάθος εντολές και το τανκς εισχώρησε στα μαγειρεία γκρεμίζοντας τους τοίχους... Τους δύο φαντάρους άρχισαν να τους κυνηγά όλη η ΕΣΑ με επικεφαλής τον οδηγό του τανκς. Έφαγαν το ξύλο της αρκούδας. Από τότε χάθηκαν, πιθανόν να ομολόγησαν υπονομευτική πράξη εναντίον της Εθνικής Κυβέρνησης...

Ο Πράχτορας είχε καπνίσει το μισό πακέτο συζητώντας τις ιστορίες που τέλος δεν έχουν. Έβαλε το ΣΑΝΤΕ στη τσέπη, ευχήθηκε χρόνια πολλά και έφυγε γέρνοντας το δεξί του ώμο.

*Αφιερωμένο στον αγαπημένο μου καρδιακό φίλο & σύντροφο Κώστα Σμυρνή «Πράκτορας» και όσους/όσες περπατήσαμε με αγάπη μαζί σε δύσκολες εποχές!

Φωτογραφία από τα βαφτίσια Βασιλίνας: οι τρεις νονοί Φούρας, Μπαλαούρας, Σοκορέλης & οι γονείς Χρύσα-Πράκτορας - Από την επιφυλλίδα «Εποχικά» του Μ. Μπαλαούρα στην «Εποχή»