Οικονομολόγος της Τράπεζας της Ελλάδος, με έντονη συνδικαλιστική δράση ο Μάκης, πρόεδρος σήμερα του Δ.Σ. της Εποχής.
Αρθρογράφος, ποιητής και συγγραφέας ο Δημήτρης, με είκοσι βιβλία στο ενεργητικό του.
- Παπαχρήστος: Από το 1969 αρχίζει το κλίμα να αλλάζει. Οι παρέες-ερωτικές, φιλικές, φοιτητικές-αρχίζουν να αναγνωρίζουν η μια την άλλη από κάποιο σημάδι, όπως μια εφημερίδα ή ένα βιβλίο που διάβαζε ο συμφοιτητής ή από …το μαλλί του.
- Μπαλαούρας: άρχισε η προσέγγιση του ενός με τον άλλο, θα μπορούσαμε να πούμε μια “ερωτική έλξη”, τι διαβάζει, τι ταινίες βλέπει, τι μουσική ακούει, κ.τ.λ. Χωρίς να το λέμε ευθέως, διαπιστώναμε ότι οι φίλοι μας «είναι εντάξει» και συνομολογούσαμε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε και εμείς.
- Παπαχρήστος: Στο Πολυτεχνείο έγινε σφαγή. Η ίδια η χούντα είχε τότε παραδεχθεί ότι υπήρξαν 19 νεκροί, ενώ είχαμε και 1200 τραυματίες.
- Μπαλαούρας: Η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών δεν ήταν οργανωμένη τα χρόνια πριν από το Πολυτεχνείο
Πολυτεχνείο, 17 Νοέμβρη 1973: Ένα ιστορικό και συμβολικό γεγονός
Συζήτηση με τον Μάκη Μπαλαούρα και τον Δημήτρη Παπαχρήστο
Τη Δευτέρα συμπληρώνονται πενήντα δύο χρόνια (!) από την καταστολή της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, τη νύχτα της 17ης Νοεμβρίου 1973. Τιμώντας την ιστορική αυτή επέτειο, αποφασίσαμε με τον Παύλο Κλαυδιανό να μιλήσουμε για τα γεγονότα της παλιάς εποχής με δύο πρόσωπα που, με τη δράση τους-για την οποία πλήρωσαν σκληρό προσωπικό τίμημα-άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στην αντιδικτατορική αντίσταση: τον Μάκη Μπαλαούρα και τον Δημήτρη Παπαχρήστο. Φοιτητές και οι δύο τότε στην ΑΣΟΕΕ, συμμετέχουν ενεργά στην ελληνική κοινωνική και πολιτική ζωή από την πτώση της χούντας μέχρι σήμερα. Οικονομολόγος της Τράπεζας της Ελλάδος, με έντονη συνδικαλιστική δράση ο πρώτος, πρόεδρος σήμερα του Δ.Σ. της Εποχής. Αρθρογράφος, ποιητής και συγγραφέας ο δεύτερος, με είκοσι βιβλία στο ενεργητικό του, εκ των οποίων το τελευταίο, με τον ευρηματικό τίτλο Αερόστατος, κυκλοφόρησε το φετινό καλοκαίρι από τον καλό εκδοτικό οίκο, Τόπος. Λόγω των πολλών αναμνήσεων και της εκρηκτικής ιδιοσυγκρασίας των δύο συντρόφων, η συζήτηση ήταν μακρά, αναστοχαστική και ζωηρή. Τους ευχαριστούμε πολύ.
Χ.Γο.
Πρόθεσή μας είναι στη συζήτησή μας να προχωρήσουμε πέρα από τα γεγονότα του Πολυτεχνείου και να διερευνήσουμε τις αιτίες τους και τη συμβολή της εξέγερσης στην πτώση της δικτατορίας. Πριν, όμως, και από αυτό, ποιες κατά την γνώμη σας ήταν οι πηγές της συγκρότησης του πλατιού, από ένα σημείο και μετά, φοιτητικού κινήματος; Ποιες ήταν οι ρίζες του;
Δημήτρης Παπαχρήστος: Μέχρι το 1969, η χούντα νόμιζε ότι ελέγχει την κατάσταση στη νεολαία, με τα στρατοδικεία, τις εξορίες, τις φυλακίσεις. Όμως, ούτε αυτή, ούτε εμείς οι φοιτητές στις σχολές και στις παρέες μας καταλάβαμε ότι μέσα σε ένα κλίμα, που το είχαμε υπόψη μας ή είχαμε μόνο την αίσθησή του, από γεγονότα όπως ο Μάης του ’68 κτλ, διαμορφωνόταν, σιγά – σιγά, ανεπαισθήτως μια νέα κατάσταση. Να θυμίσουμε το κλίμα της πρώτης δικτατορικής περιόδου: η χούντα έλεγχε τα πάντα στα κρατικά μέσα ενημέρωσης, και οι εφημερίδες δεν έγραφαν τίποτε. Μόνο όσοι ήταν κάπως ψυλλιασμένοι τότε, από οικογένεια αριστερή ή με άλλον τρόπο, μπορούσαν να πουν κάτι στους άλλους. Από το 1969, όμως, αρχίζει το κλίμα να αλλάζει. Οι παρέες-ερωτικές, φιλικές, φοιτητικές-αρχίζουν να αναγνωρίζουν η μια την άλλη από κάποιο σημάδι, όπως μια εφημερίδα ή ένα βιβλίο που διάβαζε ο συμφοιτητής ή από …το μαλλί του. Όλα αυτά μαζί διαμόρφωναν μια νέα πραγματικότητα μέσα στις σχολές. Φυσικά, μετά, το κίνημα αναπτύχθηκε δυναμικά με υπογραφές για τον εκδημοκρατισμό των φοιτητικών συλλόγων, έγιναν συγκεντρώσεις, μελέτες για το περιεχόμενο των σπουδών, γίναμε πρωτοσέλιδο, εντέλει. Οι εμπειρίες δράσης από τη μια σχολή μεταφέρονταν στην άλλη. Σπάσαμε, δηλαδή, το κλίμα φόβου που είχε επιβάλει η χούντα. Μιλούσαμε πλέον ανοικτά μέσα στο Πανεπιστήμιο. Παρά το ότι είχαμε δικτατορία και οι χαφιέδες ήταν γύρω μας.
Μάκης Μπαλαούρας: Επηρεάστηκα πάρα πολύ, και νομίζω όλοι μας-μην το ξεχνάμε αυτό-από την πρώτη περίοδο της αντίστασης, την παράνομη. Μας επηρέασαν οι απολογίες στα στρατοδικεία, τα αναθεωρητικά και η περιγραφή των βασανιστηρίων. Ακούγαμε και ξένους σταθμούς. Ήταν νέες και νέοι περίπου στη δική μας ηλικία και λέγαμε ‘αυτοί κι αυτές αγωνίζονται, εμείς τι κάνουμε;’. Ήταν παράδειγμα για μας. Από εκεί και πέρα, όπως είπε και ο Δημήτρης, άρχισε η ανίχνευση και προσέγγιση του ενός με τον άλλο, θα μπορούσαμε να πούμε μια “ερωτική έλξη”, τι διαβάζει, τι ταινίες βλέπει, τι μουσική ακούει, κ.τ.λ. Χωρίς να το λέμε ευθέως, διαπιστώναμε ότι οι φίλοι μας «είναι εντάξει» και συνομολογούσαμε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε και εμείς. Ειδικά στην ΑΣΟΕΕ, είχαμε ακούσει ότι στη Νομική μάζεψαν 42 υπογραφές και αποφασίσαμε να μαζέψουμε και εμείς. Μαζέψαμε 100. Οι χαφιέδες προσπάθησαν να τις πάρουν, τις κρύψαμε εμείς και τις πήγαμε στις εφημερίδες που τις δημοσίευσαν. Τον Σεπτέμβρη, όταν επανήλθαμε και οι δυο μας από τη δουλειά που κάναμε το καλοκαίρι στην Αλόννησο, κάναμε μια αποκοτιά: βγάλαμε προκήρυξη που έγραφε «Εμείς που συλλέξαμε τις υπογραφές σάς καλούμε να προχωρήσουμε και να αγωνιστούμε, με αίτημα να γίνουν ελεύθερες φοιτητικές εκλογές». Η προκήρυξη δεν έγραφε κάτι εναντίον της χούντας, αλλά προφανώς το εννοούσε υπαινικτικά. Ενθαρρυμένοι, προχωρήσαμε κι άλλο ένα βήμα. Συντάξαμε τη «Μελέτη των 12»-όσοι ήταν οι φοιτητές που την υπέγραφαν – για την κατάσταση στην ΑΣΟΕΕ, η οποία έθετε αιτήματα για το περιεχόμενο σπουδών, τη λειτουργία της σχολής μας, αλλά και γενικότερα για την παιδεία στη χώρα, όπως η ανάγκη να υπάρξει ένας Καταστατικός Χάρτης για την Παιδεία. Η μελέτη μας αποτέλεσε παράδειγμα και για άλλες σχολές, όπως η Ιατρική, η Πάντειος, η Βιομηχανική. Ο Τύπος μάς έδωσε δημοσιότητα, μάλιστα τη μελέτη μας φιλοξένησε και το Βήμα της Κυριακής. Η χούντα αντέδρασε με συλλήψεις, ενώ παράλληλα μας παρέπεμψαν και στο Πειθαρχικό της σχολής. Αυτό ήταν σπίθα που άναψε τη φωτιά. Κατά την Ασφάλεια, την ώρα που συνεδρίαζε το Πειθαρχικό, συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο 1.300 φοιτητές, φωνάζοντας συνθήματα. Ο κόσμος έφτανε μέχρι την Πατησίων. Το κίνημα μαζικοποιήθηκε.
Να δούμε το ρόλο του πολιτισμού, με την ευρεία έννοια, στις απαρχές του φοιτητικού κινήματος και στη δυναμική του;
ΜΜ: Η συμμετοχή σε πολιτιστικές δραστηριότητες έπαιξε σοβαρό ρόλο. Θυμάμαι την εντύπωση που μας προκάλεσαν τα 18 κείμενα. Συμμετείχαμε στην κηδεία του Σεφέρη που, ένα χρόνο πριν από τον θάνατό του, είχε κάνει δηλώσεις εναντίον της χούντας. Φυσικά, βλέπαμε κινηματογράφο, παρακολουθούσαμε θεατρικές παραστάσεις, αγοράζαμε και διαβάζαμε βιβλία, ακούγαμε μουσική. Πηγαίναμε και στις μπουάτ, που μετά το πρόγραμμά τους πολύ συχνά ακολουθούσε διαδήλωση! Τη συναυλία του Μαρκόπουλου στο Σπόρτιγκ την παρακολούθησαν 3.500 άτομα, και σ’ αυτήν η αστυνομία μάς έσπασε στο ξύλο. Όλα αυτά συγκροτούσαν ένα εύφορο κλίμα για το φοιτητικό κίνημα.
ΔΠ: Θυμίζουμε ότι, τότε, σχεδόν τα πάντα ήταν απαγορευμένα. Βιβλία κυκλοφορούσαν παράνομα. Στους πάγκους, τα παράνομα κρύβονταν κάτω από τα νόμιμα!. Τον ίδιο καιρό ξέφευγαν από τη λογοκρισία θεατρικές παραστάσεις, όπως αυτές του Ελεύθερου Θεάτρου, ταινίες, όπως οι Άγριες Φράουλες και το Γούντστοκ, που τρέχαμε να τις δούμε και η αστυνομία μάς κυνηγούσε και μας χτυπούσε. Υπήρχε, θα λέγαμε, μια υπόγεια λειτουργία του πολιτισμού παρά τη λογοκρισία. Αν και τυπικά η λογοκρισία είχε σταματήσει το 1972, στην πραγματικότητα εξακολουθούσε να υπάρχει και μετά. Όσοι γράφαμε, ποίηση για παράδειγμα, γνωρίσαμε και τις προσωπικότητες της εποχής, όπως τον Βάρναλη και τον Ρίτσο που έδειχναν ενδιαφέρον και μας συμβούλευαν. Εκείνη την περίοδο, κυκλοφορούσαν και πολλά περιοδικά.
Πολλά έχουν γραφτεί για το κατά πόσο τα κόμματα, κυρίως της Αριστεράς, καθοδήγησαν το φοιτητικό κίνημα ή αυτό λειτούργησε αυτόνομα – ή και αυθόρμητα – αν και πολλά στελέχη του ήταν οργανωμένα σε αντιστασιακές οργανώσεις και κόμματα.
ΔΠ: Έως το 1971, ήταν λίγοι οι οργανωμένοι φοιτητές. Τους καταλαβαίναμε από τον τρόπο που μιλούσαν. Πλησίασαν κι εμένα από την αντι-ΕΦΕΕ. Απάντησα αρνητικά, όχι γιατί διαφωνούσα αλλά γιατί δεν ήθελα να υπάρχει τίποτα πίσω μου. Το ίδιο ίσχυε και για πολλούς άλλους και γι’ αυτό οι παράνομες κομματικές οργανώσεις δεν είχαν μαζικοποιηθεί. Όμως, αργότερα, ιδιαίτερα μετά τις στρατεύσεις των δραστήριων φοιτητών που κρίθηκαν επικίνδυνοι, όταν το κίνημα αναπτύχθηκε και με γεγονότα όπως οι υπογραφές της Νομικής, η «δίκη των 11» (από τους 12 φοιτητές της ΑΣΟΕΕ, οι οποίοι έγραψαν την μελέτη που ανέφερε πριν ο Μάκης), και άλλες κινητοποιήσεις η κατάσταση άλλαξε. Στα αμφιθέατρα οι ομιλητές μιλούσαν σχεδόν ανοικτά, ενώ άρχισαν και οι σχετικές αντιπαραθέσεις. Ήμουν τότε στρατευμένος, μάθαινα όμως όσα συνέβαιναν στις σχολές. Στο Πολυτεχνείο έγινε προσπάθεια από οργανωμένο κόσμο (της αντι-ΕΦΕΕ) να σταματήσει η κατάληψη – «σας καπελώνουν οι αριστεριστές», έλεγαν στα μέλη τους – και αντ’ αυτής να γίνει διαδήλωση προς το Σύνταγμα. Ανάλογο κλίμα επικρατούσε στον Ρήγα. Αυτές οι προτάσεις δεν γίνονταν επ’ ουδενί αποδεκτές. Να σημειώσω εδώ ότι στη Συντονιστική Επιτροπή της κατάληψης μόνο έξι ήταν οργανωμένοι, όλοι οι άλλοι ήταν ανένταχτοι . Τη «γραμμή» δεν μας την έδωσε κανένας. Διαμορφώθηκε εκεί, στις Γενικές Συνελεύσεις των σχολών, όπου όλοι ήταν υπέρ της εξέγερσης και της κατάληψης, όλοι υποστήριζαν ότι έπρεπε να απευθυνθούμε στην κοινωνία. Αργότερα, ακούστηκαν και γράφτηκαν κι άλλα συνθήματα, πιο «προχωρημένα», όπως «Κάτω η χούντα», «Ζήτω η Δημοκρατία», «Απόψε θα γίνει της Ταϊλάνδης», «Λαϊκή Εξουσία», «Κάτω το Κράτος», «Λαοκρατία». Ήταν συνθήματα που έδεναν τον κόσμο, δεν τα προωθούσε η Συντονιστική Επιτροπή, τα φώναζαν οι φοιτητές. Εμείς λέγαμε «τι γίνεται, ρε!». Είναι, όμως, σημαντικό ότι από αυτούς που διαφωνούσαν με την κατάληψη δεν έφυγε κανένας!
Να συμπεράνουμε, και από όσα μας λέτε, ότι τα κόμματα της Αριστεράς ήταν σε άλλη, πιο μετριοπαθή κατεύθυνση, όπως προκύπτει και από τοποθετήσεις για αξιοποίηση της λεγόμενης «φιλελευθεροποίησης» των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη. Εσείς, ως ανένταχτοι, τα γνωρίζατε αυτά; Η πραγματικότητα είναι ότι το Πολυτεχνείο ανέτρεψε αυτήν την ενδεχόμενη εξέλιξη. Θεωρείτε ότι αυτό ήταν, εν τέλει, μια νίκη του «αυθόρμητου» και των λεγόμενων αριστεριστών σε βάρος της κυρίαρχης κομματικής γραμμής των κομμουνιστικών κομμάτων;
ΜΜ: Η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτητών δεν ήταν οργανωμένη τα χρόνια πριν από το Πολυτεχνείο. Σε ένα βαθμό άρχισε να συνδέεται με οργανώσεις μετά την κατάληψη της Νομικής. Το ίδιο ίσχυε και στην ΑΣΟΕΕ. Κατά τη λεγόμενη «φιλελευθεροποίηση Μαρκεζίνη» και τα δυο ΚΚ αναζητούσαν τρόπους αξιοποίησής της, προκειμένου να έρθουν σε επαφή με τον κόσμο κ.τ.λ. Γνωστά ήταν όλα αυτά, το κίνημα όμως δεν τα δεχόταν.
ΔΠ: Ακούγοντας τη γραμμή των ΚΚ, λέγαμε «ρε, τι κάνουν αυτοί;». Αποδοκιμάζαμε ισχυρά τη στάση τους. Υπάρχουν σχετικά ντοκουμέντα για αυτήν τη στάση. Θυμάμαι ακόμα και «βλέψεις» από κάποια πλευρά για κατάληψη του σταθμού του Πολυτεχνείου επειδή δήθεν είχε ξεφύγει από τα φοιτητικά αιτήματα, ζητώντας να πέσει η χούντα. Όμως, ποια φοιτητικά αιτήματα θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν αν δεν έπεφτε η χούντα; Από τον σταθμό εκφωνούσαμε, επίσης, και τα αντικαπιταλιστικά/αντιιμπεριαλιστικά μας συνθήματα. Εδώ να αναφέρω την απαράδεκτη στάση ειδικά του ΚΚΕ, μετά το Πολυτεχνείο, τον Φλεβάρη του 1974, με την σπίλωση στελεχών του κινήματος, ιδιαίτερα του σύντροφου Μαυρογένη. Εμείς, βέβαια, αποκαταστήσαμε άμεσα την τιμή τους.
Πόσο συνέβαλε η αντίσταση, το φοιτητικό κίνημα και κυρίως η εξέγερση του Πολυτεχνείου στην πτώση της χούντας; Είναι γνωστή η υποβάθμισή όλων αυτών από τη Ακροδεξιά αλλά και μεγάλα τμήματα της Δεξιάς, στο πλαίσιο της αναθεώρησης της ιστορίας. Αντίθετα, στη συνείδηση του κόσμου το Πολυτεχνείο συνδέεται με την πτώση της χούντας, εξ ου και οι ετήσιες πορείες κάθε 17 Νοέμβρη προς την αμερικανική πορεία που πραγματοποιούνται χωρίς διακοπή επί μισό αιώνα.
ΔΠ: Γι’ αυτά τα ζητήματα λέγονται πολλά, ακόμα και ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου έφερε τη σκληρότερη δικτατορία του Ιωαννίδη. Υπάρχει, όμως, ένα ντοκιμαντέρ από τη δίκη της χούντας στο οποίο ένας λοχαγός ονόματι Παλαϊνης, πρωτοπαλλήκαρο του Ιωαννίδη, υποστηρίζει ότι την ανατροπή του Παπαδόπουλου τη σχεδίαζαν δυο μήνες πριν το Πολυτεχνείο. Σημαίνει αυτό ότι εμείς παίξαμε το παιχνίδι του Ιωαννίδη; Μήπως ευθυνόμαστε και για το πραξικόπημα στην Κύπρο; Ήθελαν να μας χρεώσουν τα πάντα, αλλά αυτή η προπαγάνδα δεν πέρασε στο λαό, όπως δεν πέρασε αργότερα και η κατηγορία ότι οι συντελεστές της εξέγερσης την «αξιοποίησαν» για να καταλάβουν πολιτικές και άλλες θέσεις. Στο Πολυτεχνείο έγινε σφαγή. Η ίδια η χούντα είχε τότε παραδεχθεί ότι υπήρξαν 19 νεκροί, ενώ είχαμε και 1200 τραυματίες. Στην πραγματικότητα, οι απώλειες υπήρξαν πολύ μεγαλύτερες αλλά οι συγγενείς των νεκρών και των τραυματιών δίσταζαν και διστάζουν ακόμα και σήμερα να μιλήσουν. Μετά το αίμα που χύθηκε στο Πολυτεχνείο, η χούντα δεν μπορούσε να σταθεί.
ΜΜ: Να συμπληρώσω κάτι σχετικά με όσα είπε τότε ο Παλαϊνης. Αυτός, λοιπόν, υποστήριξε ότι η ομάδα του Ιωαννίδη είχε, πολύ νωρίτερα από το Πολυτεχνείο, καταφέρει να διαμορφώσει ένα κλίμα στο εσωτερικό της χούντας εναντίον του Παπαδόπουλου κατηγορώντας τον για υπερσυγκέντρωση εξουσίας, νεποτισμό, την απόσυρση της μονάδας στρατού από την Κύπρο κτλ. Πρέπει να τονίσουμε ότι τα γεγονότα του Πολυτεχνείου είχαν ως αποτέλεσμα την αποσταθεροποίηση της δικτατορίας κυρίως επειδή στο λαό υπήρξε μια έντονη αγανάκτηση που συνοψιζόταν στη φράση «όχι και να σκοτώνουν τα παιδιά μας». Κάτι ανάλογο, δηλαδή, με την τωρινή αγανάκτηση για τα Τέμπη. Αυτό οδήγησε σ’ ένα είδος “απονομιμοποίησης” του καθεστώτος. Το δεύτερο πλήγμα που δέχθηκε η χούντα ήταν η τραγική αποτυχία της επιστράτευσης, που όχι μόνο εξάντλησε την ανοχή του λαού στη δικτατορική κυβέρνηση, αλλά και κατά την οποία ήταν αδύνατο να διατηρηθεί κάποια, έστω και στοιχειώδης, πειθαρχία.
ΔΠ: Η εξέγερση δεν γκρέμισε τη χούντα, αλλά μετά από αυτήν δεν θα μπορούσε να σταθεί για πολύ επειδή, επαναλαμβάνω, χύθηκε αίμα. Ο λαός δεν την άντεχε πια. Έγινε και η τραγωδία, η προδοσία στην πραγματικότητα, της Κύπρου. Έτσι, αναγκάστηκαν να φωνάξουν τον Καραμανλή, ο οποίος δεν είχε πει λέξη εναντίον της δικτατορίας. Για να υποβαθμίσει τη σημασία του Πολυτεχνείου, η κυβέρνηση προκήρυξε εκλογές στις 17 Νοέμβρη 1974, δηλαδή στην πρώτη επέτειο της εξέγερσης. Τότε, παρά τις δυσκολίες, καταφέραμε να οργανώσουμε πορεία μέσω της λεωφόρου Αλεξάνδρας στην οποία συμμετείχαν 70.000 – 100.000 διαδηλωτές. Τότε εκδηλώθηκε μια ακόμα αντιπαράθεση στο εσωτερικό του κινήματος. Όσοι δεν ήθελαν να γίνει η κατάληψη του Πολυτεχνείου δεν ήθελαν και να γίνει πορεία ανήμερα των εκλογών. Στην «επίσημη» πορεία, πάντως, που έγινε στις 24 Νοεμβρίου 1974, κατέβηκε 1.500.000 λαού. Ίσως και από ενοχή.
Στις μέρες μας υπάρχει μια συστηματική αποδυνάμωση από την κυβέρνηση της Δεξιάς των κατακτήσεων της μεταπολίτευσης, που συνδέεται και με την υποβάθμιση της σημασίας της αντίστασης στη δικτατορία. Γίνεται μία, κάπως δειλή προς το παρόν, αμφισβήτηση των ιστορικών γεγονότων, η οποία δημιουργεί εύφορο έδαφος για την άνοδο της Ακροδεξιάς. Ποια είναι η γνώμη σας γι’ αυτό το θέμα;
ΔΠ: Δεν υπήρχε περίπτωση να μην γίνουν αυτές οι προσπάθειες συκοφάντησης του Πολυτεχνείου. Όχι μόνο από την Ακροδεξιά και τη Δεξιά, αλλά και από άλλες πλευρές. Και τούτο διότι το Πολυτεχνείο από ιστορικό γεγονός έγινε συμβολικό γεγονός. Θα μείνει στη λαϊκή μνήμη για πάντα και θα δείχνει τον δρόμο στα παιδιά. Έχει δηλαδή ξεπεράσει την ιστορικότητά του, αλλά και εμάς τους ίδιους. Δεν έχει ιδιοκτήτες. Δείχνει τον δρόμο του αγώνα πιο πέρα από εκεί που δεν μπορέσαμε να πάμε εμείς. Η αποδόμηση, όμως, γίνεται κι αλλιώς. Πόσες και πόσες πλατείες ανά την Ελλάδα λέγονται Πλατείες Ηρώων Πολυτεχνείου; Έγινε μύθος το Πολυτεχνείο και αυτό δείχνει ότι έχουμε ανάγκη και από μύθους. Ευτυχώς, όμως, που η ιστορικότητα καλύφθηκε από την συμβολικότητά του. Σε όλο τον κόσμο οι Έλληνες είναι υπερήφανοι γι’ αυτό το συνταρακτικό γεγονός. Για όσους ζούσαν εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα έχει και ένα χαρακτήρα αναδρομικής «εκδίκησης» στη χούντα, την οποία δεν στήριξαν, βέβαια, αλλά ανέχτηκαν. Το Πολυτεχνείο ξεπέρασε κι εμάς τους ίδιους, αλλά και τα όρια της Ελλάδας. Κλείνω, αναφερόμενος σε δύο στιγμές της εξέγερσης που έτυχε να συνδεθούν με το πρόσωπό μου, ως εκφωνητή του σταθμού λίγο πριν την εισβολή του τανκ: τον τρόπο που ειπώθηκε ο Εθνικός Ύμνος και την απεύθυνση στους στρατιώτες με τη φράση «αδέλφια μας φαντάροι».
ΜΜ: Η ιστορική αλήθεια είναι ότι προσπάθειες μείωσης της σημασίας της εξέγερσης του Πολυτεχνείου δυστυχώς έγιναν και επί διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ. Η επίθεση εναντίον της θα συνεχίζεται κυρίως από την Ακροδεξιά, αλλά και-πιο προσεκτικά-από τη Δεξιά.






